Η διαρρύθμιση του Φρουρίου

Το φρούριο της Χριστούπολης αναφέρεται πολύ συχνά στις πηγές μετά τα τέλη του 12ου αιώνα και πέρασε διαδοχικά στην κυριαρχία των Λομβαρδών (1204), των Φράγκων (1208), ξανά των Βυζαντινών και στη συνέχεια των Οθωμανών (1391). Όπως όλες οι Βυζαντινές οχυρώσεις, έτσι και το φρούριο της Καβάλας έχει τον εξωτερικό περίβολο και την κυρίως Ακρόπολη, το έσχατο τμήμα άμυνας κάθε πόλης.

Η Ακρόπολη αποτελεί έναν οχυρωμένο περίβολο, που ακολουθεί τη διαμόρφωση και την κλίση του εδάφους, παρουσιάζοντας υψομετρική διαφορά ως 10 μ. και χωρίζεται σε δύο μέρη από ένα εγκάρσιο τείχος με διεύθυνση από ΒΔ σε ΝΑ.

Ο εξωτερικός περίβολος, που οχυρώνει τη χαμηλότερη και επισφαλέστερη πλαγιά του λόφου, έχει ακανόνιστο σχήμα, μήκος 65 μ. και πλάτος που κυμαίνεται από 17 μ. στη ΝΔ πλευρά ως 70 μ. στην αντίθετη. Τα τείχη του ενισχύονται από δύο τετράγωνους πύργους Α και Β (στις ΒΔ και ΒΑ γωνίες αντίστοιχα), από έναν πολυγωνικό, στη μέση περίπου της ανατολικής κορτίνας και έναν προμαχώνα στη ΝΑ γωνία.

Ο εσωτερικός περίβολος περικλείει το ψηλότερο σημείο της χερσονήσου, 70 μ. περίπου πάνω από τη θάλασσα, σχεδόν επίπεδο και φυσικά οχυρωμένο από τις τρεις πλευρές του. Έχει κανονικό σχήμα με διαστάσεις 90×37μ. Στο δυτικό άκρο της βόρειας κορτίνας του παρουσιάζεται μια πολυγωνική, προς τα έξω, διαμόρφωση των τειχών που συμβατικά αποκαλούμε ΒΔ προμαχώνα, ενώ στο δυτικό άκρο του δημιουργείται ένας μεγάλος χώρος 12×8 μ. περίπου, που και αυτός προβάλλει αισθητά προς τα έξω. Η ΒΑ κορτίνα, που λειτουργεί παράλληλα και σα διαχωριστικό τείχος των δύο περιβόλων, διακόπτεται από έναν κυλινδρικό πύργο, καθώς και από την πύλη επικοινωνίας τους.

 

Ο εσωτερικός περίβολος αποτελούσε και το σπουδαιότερο τμήμα της Ακρόπολης, γιατί περιέκλειε όλους τους απαραίτητους για την άμυνά της χώρους. Τη δεξαμενή του νερού στα ανατολικά του κεντρικού πύργου, την αποθήκη πυρομαχικών και τροφίμων, στο κτίσμα που ονομάζεται σήμερα φυλακή, χώρους κατάλληλους για καταλύματα φρουράς, στην κατασκευή του δυτικού άκρου (φυλάκιο) και πιθανά και σε άλλα οικήματα, που τα θεμέλιά τους άρχισαν να αποκαλύπτονται σε πρόσφατες έρευνες (1976), καθώς και πύργο απομονωμένο από τις κορτίνες, κατάλληλο για προβολή μιας τελευταίας άμυνας.

Τυπολογικά η Ακρόπολη εντάσσεται στους μεσαιωνικούς περιβόλους της «λευκής εποχής», δηλαδή των χρόνων που ακόμα δεν είχε επικρατήσει στην πολεμική τεχνική η χρήση της πυρίτιδας. Συνεπώς προοριζόταν να αντισταθεί σε επιθέσεις με τόξα, βέλη και ξίφη και όχι με πυροβόλα όπλα μεγάλης καταστρεπτικής δύναμης. Η έλλειψη ενός ισχυρού οχυρωματικού χαρακτήρα διακρίνει την κατασκευή των πύργων, των εισόδων και των τειχών της.

Ολόκληρη η Ακρόπολη είναι κτισμένη με ακατέργαστες πέτρες τοπικού γρανίτη, ανακατεμένες από τούβλα και μάρμαρα σε δεύτερη χρήση, ενωμένες μεταξύ τους με άφθονο ασβεστοκονίαμα. Τα θραύσματα μαρμάρων συναντιούνται ιδιαίτερα στα ανώφλια και κατώφλια των πυλών της Ακρόπολης, καθώς και στις εισόδους του κεντρικού κυλινδρικού πύργου και της φυλακής.

Για το κτίσιμο των νέων τειχών της Ακρόπολης τον Απρίλιο του 1425 από τους Τούρκους, μας πληροφορεί ένα γράμμα του Βενετού καπετάνιου Pietro Zen προς τον αδελφό του της 23ης -7-1425, που σώζεται στον κώδικα Cronaca Morozini. Εκεί περιγράφονται με λεπτομέρειες η επίθεση 10 Βενετικών γαλερών εναντίον του κάστρου της Cristopoli και στη συνέχεια η κατάληψή του απ’ αυτές.


Το γράμμα δημοσιεύτηκε σε μετάφραση από τον Κ. Μέρτζιο: «…Η κατάληψις του κάστρου αυτού κατετρόμαξε του Τούρκους τόσον, όσο κανέν άλλο πολεμικόν κατόρθωμα, διότι το κάστρον τούτο κείται εις σπουδαίαν στρατηγικήν θέσιν. Είναι η δίοδος προς την Καλλίπολιν, την Ανδριανούπολιν και προς εν μέρος της Ελλάδος. Διά τους λόγους αυτούς ο στόλαρχός μας ευγενής Fantin Michael απεφάσισε να το κρατήση υπό την κατοχήν μας και να το οχυρώση, καθόσον είναι πάρα πολύ χρήσιμον εις ημάς. Και πράγματι ήρχισαν αμέσως αι εργασίαι της οχυρώσεως τόσον εις το έσω, όσον και εις το έξω μέρος. Αλλά περισσότερον από το έξω, όπου ανηγείραμεν έν καταφύγιον λιθόκτιστον. Το κάστρον τούτο είναι ολόκληρον περιτειχισμένον. Έχει μήκος 50 passa, πλάτος 20 και περιφέρειαν 100 passa. Τα τείχη είναι passa 140 περίπου, με τέσσαρας πυργίσκους ανά δύο εκατέρωθεν και ένα πύργον εις το μέσον της εισόδου ύψους 10 passa. Υπερέχει δηλονότι των τειχών κατά 5 περίπου passa. Το εξωτερικόν καταφύγιον το οποίον είναι από ογκολίθους το εκάμαμεν ημείς και είναι μήκους 40 passa και πλάτους 15. Τα νέα τείχη του κάστρου ανηγέρθησαν προ τεσσάρων περίπου μηνών…».

Αμέσως διαπιστώνεται ότι οι διαστάσεις (μήκος 50 passa = 90 μ., πλάτος 20 passa=36μ. και συνολικό μήκος των τειχών του κάστρου 140 passa=252 μ.) που περιγράφει ο Zen αντιστοιχούν στον εσωτερικό περίβολο της Ακρόπολης της Παναγίας.

Εύκολα ταυτίζεται και ο πύργος «εις το μέσον της εισόδου» με το σημερινό κεντρικό κυλινδρικό πύργο. Σήμερα, παρουσιάζεται λίγο χαμηλότερος από τα 18 μ. της περιγραφής του Zen, λόγω μεταγενέστερης καταστροφής μιας αρχικής κωνικής στέγης. Αντίθετα δε διασώζονται πια οι τέσσερις πυργίσκοι. Οι δύο απ’ αυτούς τοποθετούνται με βεβαιότητα στα δύο άκρα του διαχωριστικού σήμερα τείχους μεταξύ των δύο περιβόλων, τότε τείχος της εισόδου του φρουρίου. Το ΒΔ άκρο σώζεται περίεργα υπερυψωμένο και ενισχυμένο, ενώ εξωτερικά διακρίνονται, ακόμα και σήμερα, κατάλοιπα του πύργου. Το ΝΔ άκρο έχει μεταγενέστερα απότομα κατεδαφιστεί. Στο σημείο εκείνο λείπουν οι επάλξεις, ενώ η εξωτερική τοιχοποιία παρουσιάζει έντονα ίχνη αλλοίωσης (σχηματίζεται ένα κοίλωμα). Η θέση του τρίτου πυργίσκου πρέπει να αναζητηθεί στον πολυγωνικό προμαχώνα-με άλλη φυσικά διαμόρφωση-της βόρειας κορτίνας του εσωτερικού περιβόλου. Για τον τέταρτο πυργίσκο προσφέρεται ο χώρος του φυλακίου, με διαφορετική βέβαια μορφή από τη σημερινή, στο ανατολικό άκρο του εσωτερικού περιβόλου της Ακρόπολης, ο οποίος οπωσδήποτε υπήρχε στο αρχικό κάστρο: Το μήκος του 90μ. που παραδίνει ο Zen συμπίπτει με το μήκος του εσωτερικού περιβόλου, μόνο αν συμπεριληφθεί και το φυλάκιο.